Κάποια επιπλέον στοιχεία και μερικές σκέψεις
Στο προηγούμενο τεύχος της «Κλίκας» ο Νίκος Φρονιμόπουλος μας περιέγραψε πώς έφτασε στην ανακάλυψη του Λεωνίδα Γάϊλα, του παλαιότερου γνωστού οργανοποιού της σύγχρονης Ελλάδας και κατασκευαστή του ταμπουρά του Μακρυγιάννη. Η δική μου εμπλοκή στο θέμα είχε σαν αφορμή μια παλαιότερη σχετική συζήτηση (στις αρχές του 2006) στο Ρεμπέτικο Φόρουμ, με αντικείμενο την ανακάλυψη αυτή. Μου είχε κάνει εντύπωση ότι ο Λ. Γάιλας αναφερόταν από το Δανό ζωγράφο Μαρτίνο Ρέερμπυ (Martinus Rørbye 1803-1948) ως κατασκευαστής μπουζουκιών. Ήταν άραγε χαρακτηρισμός του ίδιου του ζωγράφου ή μήπως κάποιου πολύ μεταγενέστερου μελετητή της ζωγραφικής του Μ. Ρέερμπυ ή κάποιου μουσείου ζωγραφικής; Μήπως θα μπορούσαν να αντληθούν και άλλα στοιχεία από την ζωγραφική του Μ. Ρέερμπυ;
Η λεζάντα του σχεδίου του Μ. Ρέερμπυ
Στην έκδοση του Δήμου Αθηναίων του 1895 που είχα καταφέρει να βρω, παρατήρησα ότι είχε κοπεί κάποιο τμήμα στο κάτω μέρος του σχεδίου του Μ. Ρέερμπυ στο οποίο θα έπρεπε να υπήρχε η ιδιόχειρη σημείωση του ζωγράφου! Στο Ίντερνετ, παρά τις πολλές ώρες αναζήτησης, στάθηκε αδύνατο να εντοπίσω το συγκεκριμένο σχέδιο. Τελικά με τη βοήθεια της κας Α. Παπανικολάου το βρήκα σε λεύκωμα του 1981 στη Δανική γλώσσα «Martinus Rørbye (1803-1848), Thorvaldsens Museum, Køpenhavn 1981».
Η λεζάντα του Μ. Ρέερμπυ
Το ημερολόγιο του Μ. Ρέερμπυ
Στην έκδοση του Μουσείου Thorvaldsens, εκτός από τα ζωγραφικά έργα, υπάρχει και το ημερολόγιο του Μ. Ρέερμπυ από το ταξίδι που πραγματοποίησε σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες. Το ημερολόγιο ξεκινά από τις 31 Μαρτίου 1835 και τελειώνει στις 25 Μαρτίου του 1837, περιλαμβάνει δε όλο το ταξίδι του στην Ελλάδα (έφτασε στην Αθήνα στις 29 Οκτωβρίου 1835 και έφυγε στις 15 Απριλίου 1836). Στο ημερολόγιο υπάρχουν δύο αναφορές για επισκέψεις του σε οργανοποιό στην Αθήνα. Δυστυχώς ο Μ. Ρέερμπυ, αντίθετα από τη λεπτομερειακή ζωγραφική του, είναι πολύ λακωνικός στα γραφτά του και έτσι δε δίνει καθόλου λεπτομέρειες από τις επισκέψεις του αυτές.
Δύο ημερομηνίες με ενδιαφέρον
- 14/11/1835: Αναφέρει ότι επισκέφθηκε το εργαστήριο ενός κατασκευαστή μαντολίνου.
- 17/11/1835: Αναφέρει ότι φυσούσε φοβερά αλλά καθόταν όμορφα με ένα γέρο κατασκευαστή κιθάρας, τον οποίο σχεδίασε μαζί με το εργαστήρι του, όλο το πρωί.
Δυστυχώς για την εγγραφή της 14/11/1835 δεν αναφέρει άλλα στοιχεία που να διευκρινίζουν για ποιον κατασκευαστή πρόκειται. Δεδομένου ότι δε γνωρίζουμε να έχει ζωγραφίσει κανένα άλλο εργαστήριο, ο αναφερόμενος στις 17/11/1835 ως κατασκευαστής κιθάρας πρέπει να είναι ο Λεωνίδας Γάιλας, του οποίου το όνομα έχει αναγράψει πάνω στο σχέδιο που ζωγράφισε κατά την πολύωρη παραμονή στο εργαστήρι του, εκείνο το χειμωνιάτικο πρωί της 17/11/1835. Εξ άλλου ο Γάιλας στο σχέδιο απεικονίζεται πράγματι να εργάζεται πάνω σε μια κιθάρα. Είναι βέβαια αξιοσημείωτο το γεγονός ότι στο ημερολόγιό του ο Μ. Ρέερμπυ αναφέρει ότι ζωγράφισε τον Λ. Γάιλα ως «κατασκευαστή κιθάρας», ενώ πάνω στο σχέδιο έγραψε ότι είναι «κατασκευαστής μπουζουκιού». Κατά την άποψή μου, το ερώτημα «πόσους τελικά οργανοποιούς επισκέφθηκε ο Μ. Ρέερμπυ;» μοιάζει με την παιδική σπαζοκεφαλιά «Γερανοί πολλοί πετούσανε. Τι πολλοί που ήτανε!!!» ...που τελικά ήταν μόνο τρεις.
Η λογική λέει ότι η Αθήνα του 1835, των 8.000 έως 10.000 κατοίκων, που μόλις είχε ανακηρυχθεί πρωτεύουσα, μετά από ένα τέτοιο απελευθερωτικό πόλεμο, θα ήταν δύσκολο να παρείχε επαγγελματικό χώρο για παραπάνω από ένα εργαστήριο κατασκευής μουσικών οργάνων. Ήδη, στο εργαστήριο του Γάιλα υπάρχουν πολλά όργανα για την εποχή. Εκείνο το πρωί ο οργανοποιός φαίνεται να εργαζόταν πάνω σε μια κιθάρα. Ο Ν. Φρονιμόπουλος υποστηρίζει ότι από τη μελέτη του σχεδίου του Μ. Ρέερμπυ προκύπτει ότι ο Γάιλας δεν είχε τα απαραίτητα εργαλεία για να κατασκευάζει κιθάρες. Αντίθετα στο σχέδιο είναι αποτυπωμένα όλα τα αναγκαία εργαλεία για να κατασκευάζει ταμπουράδες, ακριβώς όμοιους με εκείνον του Στρατηγού Μακρυγιάννη. Λογικά ο Μ. Ρέερμπυ θα πρέπει να επισκέφθηκε το εργαστήριο του Λ. Γάιλα για πρώτη φορά στις 14/11/1835. Ως Βορειοευρωπαίος που πιθανώς δεν είχε ξαναδεί στη ζωή του τέτοιο όργανο, μάλλον μπέρδεψε τον ταμπουρά με το μαντολίνο. Ακόμα και σήμερα που το μπουζούκι είναι πλέον αναγνωρίσιμο διεθνώς, υπάρχουν περιπτώσεις ξένων προς τη μουσική παράδοση της ευρύτερης περιοχής μας, που εύκολα εκλαμβάνουν το μπουζούκι ως ένα μαντολίνο με περίεργα μακρύ μπράτσο. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση Αμερικάνου που πριν λίγους μήνες πουλούσε στο eBay ένα μπουζούκι του Α. Σταθόπουλου του 1912, ο οποίος πέρα από το ότι δεν γνώριζε την πολυτιμότητα του οργάνου που είχε στα χέρια του, το περιέγραφε ακριβώς ως μαντολίνο με μακρύ χέρι.
Μετά την αρχική λανθασμένη εκτίμηση του Ρέερμπυ, κάποιος θα πρέπει να εξήγησε στον ζωγράφο τη διαφορά μεταξύ του μαντολίνου και των οργάνων που κατασκεύαζε ο Λ. Γάιλας ώστε τελικά να οδηγηθεί να γράψει τελικά στη λεζάντα τη λέξη «μπουζούκι». Το λογικότερο βέβαια είναι να ρώτησε τον ίδιο το Γάιλα. Όπως γνωρίζουμε ο όρος «μπουζούκι» χρησιμοποιείτο από πολύ παλαιότερα. Γνωστή είναι και η παρακάτω αναφορά στο βιβλίο του Σταύρου Καρακάση «Ελληνικά Μουσικά Όργανα» Εκδόσεις ΔΙΦΡΟΣ, Αθήνα 1970 (σελ.161) «Το μπουζούκι ήταν σε χρήση από τον ελληνικό λαό από αιώνες και ανήκει στην κατηγορία των ταμπουράδων, των οποίων είναι μια παραλλαγή». Μάλιστα επισημαίνει ότι «Στα δημοτικά μας τραγούδια αναφέρεται όπως και ο ταμπουράς». Παραθέτει και σχετικές παραγράφους από τα απομνημονεύματα του αγωνιστή της Επανάστασης Ν. Κασομούλη «Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821-1833», όπου υπάρχουν αναφορές στο μπουζούκι και τον ταμπουρά.
Η ηλικία του Λ. Γάιλα
Ο Μ. Ρέερμπυ στο ημερολόγιό του χαρακτηρίζει τον Γάιλα ως γέρο. Ό ίδιος ο ζωγράφος όταν σχεδίαζε τον Γάιλα ήταν 32 ετών (γεννήθηκε το 1803). Έτσι, αν λάβουμε υπόψη και τα μέτρα της εποχής, συμπεραίνουμε ότι ο Λ. Γάϊλας θα πρέπει το 1835 να ήταν περίπου 50 ετών (ίσως και παραπάνω). Δηλαδή θα πρέπει να γεννήθηκε το τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα. Είναι ενδιαφέρον το ότι και ο Ν. Φρονιμόπουλος, χωρίς να γνωρίζει το ημερολόγιο του Μ. Ρέερμπυ, κρίνοντας μόνο από τη μορφή του Λ. Γάιλα στο σχέδιο, έχει εκτιμήσει την ηλικία του γύρω στα 50.
Λίγα στοιχεία για τον Δανό ζωγράφο Μαρτίνο Ρέερμπυ (1803-1848)
Ο ζωγράφος απέδωσε στα έργα του την καθημερινή ζωή της Αθήνας, με χαρακτηριστικές λεπτομέρειες. Όπως αναφέρει στο ημερολόγιό του, είχε εντυπωσιαστεί ιδιαίτερα από την ποικιλία και η ομορφιά των φορεσιών των Αθηναίων. Στην παραπάνω ελαιογραφία με αντικείμενο μια καθημερινή σκηνή των Αθηναίων στους Αέρηδες στην Πλάκα, υπάρχει ένας φουστανελάς που κρατά ένα ταμπουρά. Αυτό σημαίνει ότι ο M. Rørbye συνάντησε οργανοπαίχτες ταμπουρά στις περιηγήσεις του στην Αθήνα. Από τον πίνακα αυτό φαίνεται πόσο «φωτογραφικά» ζωγράφιζε ο Μ. Ρέερμπυ. Είναι μια ακόμα ένδειξη που μας βοηθά να συμπεράνουμε ότι το σκίτσο του από το εργαστήρι του Λ. Γάιλα, θα πρέπει να απεικονίζει την ακριβή κατάσταση σε σχέση με τα όργανα που έφτιαχνε ή επισκεύαζε, καθώς και τα εργαλεία που χρησιμοποιούσε. Ο Μ. Ρέερμπυ έφυγε από την Αθήνα στις 15 Απριλίου 1836 αφού πρώτα περιηγήθηκε στην Πελοπόννησο και επίσης είχε επισκεφθεί τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη για ενάμιση μήνα, συντροφιά πάντα με το φίλο του Γκότλιμπ Μπίντεσμπελ. Στη σύντομη ζωή του γύρισε σχεδόν όλη την Ευρώπη και μας άφησε πολλά έργα από τις περιηγήσεις αυτές, που δίνουν σημαντικό υλικό για την εποχή.